Depuis plus de vingt (20) ans, les Éditions Patakis travaillent avec dévouement à la création du Grand Dictionnaire Électronique de Langue Néo-hellénique - Patakis (GDELNH-P).
{βοτ.}
Αείφυλλο δέντρο το οποίο ανήκει στα εσπεριδοειδή και καλλιεργείται ευρύτατα για τους εδώδιμους καρπούς του, τα πορτοκάλια· έχει λείο κορμό και σχεδόν σφαιρική κόμη με σκουροπράσινα, ελλειψοειδή, στιλπνά, δερματώδη φύλλα και λευκά, εξαιρετικά εύοσμα άνθη· ο σφαιρικός και πορτοκαλόχρωμος καρπός της έχει χυμώδη σάρκα και είναι ιδιαίτερα περιζήτητος· η πορτοκαλιά κατάγεται από τη ΝΑ. Ασία και την Κίνα, την έφεραν στην Ευρώπη Πορτογάλοι εξερευνητές τον 16ο αι. μ.Χ. και καλλιεργείται ευρύτατα πλέον στη Μεσόγειο, αλλά και σε πολλές θερμές περιοχές του κόσμου
. ||| Είδος Citrus sinensis (κιτρέα η σινική), οικογένεια Rutaceae (ρουτίδες)χρησιμοποιείται για να τονίσουμε ότι κάποιος ή κτ δεν είναι μοναδικός, αναντικατάστατος· συνήθως χρησιμοποιείται για ερωτική σχέση, για να τονιστεί ότι κάποιος μπορεί να βρει άλλο ταίρι
–υποκορ. η πορτοκαλίτσα (Θφώκια) .


